μπατσάρα
παραδοσιακή πίτα στην περιοχή Κόνιτσα (Ιωάννινα). Φτιάχνεται με χορταρικά και καλαμποκάλευρο
μπαχάρι
αρωματικό καρύκευμα για το φαγητό (συνήθως το μαύρο πιπέρι).
μπέικιν πάουντερ
σκόνη που χρησιμοποιείται για την παρασκευή γλυκισμάτων που θα ψηθούν για να φουσκώσει η ζύμη.
μπέικον
καπνιστό χοιρινό κρέας, λιπαρό με έντονη γεύση συνήθως σε μακρόστενες φέτες. Ψήνεται ή καταναλώνεται ωμό.
μπεν μαρί
είναι ο τρόπος ψησίματος όχι απευθείας στη φωτιά, αλλά στον ατμό ή τη θερμότητα βραστού νερού. Έτσι διατηρούνται ακέραιες οι βιταμίνες και δεν αλλοιώνονται τα συστατικά της τροφής που θέλουμε να φτιάξουμε. Στο εμπόριο κυκλοφορούν ειδικά σκεύη μπεν μαρί
μπέρμπον (bourbon)
ουίσκι με βάση το καλαμπόκι-σιτάρι.
μπεσαμέλ (bechamel)
Γαλλική κουζίνα. Μία βασική άσπρη σάλτσα από γάλα που χύνεται σιγά σιγά σε roux και γίνεται παχύρευστη .Μία από τις μητέρες σάλτσες της Γαλλικής κλασσικής κουζίνας
μπιάλις
εβραϊκά ψωμάκια σαν ντόνατς με κρεμμύδι
μπίγκολι
ζυμαρικά από αλεύρι ολικής αλέσεως και αβγά μπιν σπρουτ ή φύτρες φασολακίων (bean sprout) η γονιμοποιημένη γονιδιακή πισίνα ενός οσπριώδους φυτού του οποίου η θρεπτική αξία είναι ανάμεσα σε αυτήν ενός σπόρου και ενός λαχανικού. Οι φύτρες φασολακίων καταναλώνονται φρέσκες ή ελαφρα μαγειρεμένες και χαίρουν ιδιαίτερης αναγνώρισης
μπιν σπρουτς
φασόλια σόγιας, χρησιμοποιούνται στην κινέζικη κουζίνα.