πολέντα
πηχτός χυλός από καλαμποκάλευρο. Πλάθεται και γίνεται ψητή, τηγανητή, πανέ ή ογκρατέν
πολύσπορο ψωμί
πλήρες ψωμί με ολόκληρους τους σπόρους των δημητριακών (ηλιόσποροι, καρύδια, νιφάδες βρώμης, κλπ)
πολωνικό ψωμί
ψωμί από σιτάλευρο και παπαρουνόσπορο.
ποπιέτ
λεπτές φέτες μοσχαρίσιο κρέας, που γεμίζονται με λαχανικά ή εντόσθια και τυλιγονται σε ρολά
πόρτο
Πορτογαλλικά κρασιά από διάφορετικές ποικιλίες σταφυλιών. Δε συνοδεύει το φαγητό, συνήθως πίνεται μόνο του μετά το φαγητό.
ποσάρισμα
βράσιμο (π.χ. ψαριού) αρχικά μέτρια φωτιά, όταν το νερό πάει να κοχλάσει, τη χαμηλώνουμε. Όταν το νερό πάει να ηρεμήσει, δυναμώνουμε και πάλι τη φωτιά κλπ. Ο σκοπός είναι το νερό να κινείται, χωρίς να κοχλάζει. Έτσι πετυχαίνουμε π.χ. το ψάρι που βράζουμε να παραμείνει ατόφιο, χωρίς να χάσει τη γεύση του και να γίνει […]
ποσέ
βράσιμο του φαγητού σε νερό ή ζωμό χωρίς όμως να κοχλάζει
πουτανέσκα (putanesca)
σπαγγέτι με ντομάτα, ελιές, κάπαρη και σκόρδο